ΕΠΑΓΓΕΛΜΑ: ΔΗΜΟΣΙΟΓΡΑΦΟΣ

από τον Αλέξανδρο Μπούκουρη.


          Δεν έφτασε η ώρα που από τις πολλές εμπειρίες μου στο χώρο της δημοσιογραφίας έχω κορεστεί και θέλω να τις μεταφέρω στους υπόλοιπους. Ακριβώς το αντίθετο. Με τη λίγη επαφή μου με το χώρο της δημοσιογραφίας, αρκετές φορές σκέφτομαι πόσο παράξενο επάγγελμα είναι. Γοητευτικό αλλά σπαστικό. Ωραίο αλλά άσχημο. Ίσως αυτό να είναι που μου αρέσει. Δεν είναι ποτέ ίδιο.

          Σαν επαγγελματική αποκατάσταση η δημοσιογραφία είναι περίεργη. Δεν είσαι ποτέ σίγουρος ότι θα έχεις κάποιο σταθερό μισθό - ή ότι θα έχεις μισθό - ότι θα σε πληρώσουν στην ώρα σου, και ότι το βράδυ θα έχεις λεφτά να πάρεις ταξί για να γυρίσεις σπίτι σου. Αντίθετα πάλι, μπορεί ξαφνικά να έχεις καλό μισθό, σταθερό, να σε πληρώνουν σωστά και να έχεις μία γενική άνεση. Αυτό εξαρτάται από το μέρος που δουλεύεις, τον τρόπο που δουλεύεις, το τι γράφεις, πόσους γνωστούς έχεις, πόσο έξυπνος, γρήγορος και ετοιμόλογος είσαι.

          Για να ασχοληθείς με τη δημοσιογραφία, πρέπει να σου αρέσει. Δεν είναι από τα επαγγέλματα που μπορείς να δουλέψεις στο οχτάωρο. Μπορεί μία μέρα να μη πας στη δουλειά σου, αλλά μπορεί και να μη φύγεις καθόλου από το γραφείο το Σαββατοκύριακο, ή να τρέχεις πανικόβλητος. Μπορεί ξαφνικά να ακυρώσεις τις διακοπές σου, ή να κάνεις διακοπές και να δουλεύεις ταυτόχρονα. Ανάλογα με τη δουλειά που έχεις, ο ελεύθερος χρόνος περιορίζεται σημαντικά. Ποτέ μία μέρα δεν είναι ίδια με τη προηγούμενη -όταν κάνεις σωστά τη δουλειά σου- και το «τρέξιμο» πρέπει είναι από τα αγαπημένα σου σπορ.

          Στην Ελλάδα τα περιοδικά και η δημοσιογραφία τείνουν στο χειρότερο. Τα περιοδικά από τη πλευρά τους ζητάνε την εύκολη λύση, και θέλουν άτομα που γράφουν για τη πλάκα τους, για τη ψυχή της μάνας του εκδότη ή επειδή θέλουν να δουν το όνομά τους τυπωμένο. Τα κείμενα όπως μπορείτε να προσέξετε είναι από άσχημα μέχρι μέτρια τις περισσότερες φορές. Αυτό είναι αποτέλεσμα της ανταπόδοσης που συχνά είναι μικρή (=φτηνή), ή ακόμη και «ηθική» (=τσάμπα). Όταν λοιπόν κάποιος έχει βγει από μία σχολή δημοσιογραφίας, και πάει σε ένα περιοδικό του στυλ Nitro, Colt, 01 κλπ και η πληρωμή του δεν είναι αρκετή για να του δώσει το κίνητρο να γράψει ακόμη καλύτερα, και να κυνηγήσει τα θέματά του, όσο περνάει ο καιρός θα γράφει όπως ακριβώς τον «συμφέρει». Δηλαδή θα γράφει «σελίδες» για να πληρώνεται. Χύμα κείμενο που δε λέει τίποτα, και τον καθυστερεί ίσα-ίσα να το γράψει. Γιατί; Γιατί τα χρήματα που θα πάρει δεν αξίζουν για να κυνηγήσει το θέμα.

          Όσα περιοδικά το έχουν καταλάβει αυτό, πουλάνε 50 και 100 χιλιάδες τεύχη, ενώ όσα δεν το έχουν καταλάβει πουλάνε 10 και 5 χιλιάδες, ή βάζουν CD για να ξεφορτωθούν μερικά άχρηστα τυπωμένα χαρτιά που ονομάζουν περιοδικό. Ο δημοσιογράφος τείνει να γίνει αρθρογράφος, και μάλιστα κακός αρθρογράφος.

          Η αντιμετώπιση τώρα ενός δημοσιογράφου από το κόσμο είναι πολύ παράξενη. Άλλοι φοβούνται ένα δημοσιογράφο γιατί μπορεί να τους «βγάλει στη φόρα» ενώ άλλοι τους κολακεύουν για να κερδίσουν καμιά έμμεση διαφήμιση. Μπορεί κάποιος να σε θαυμάζει γιατί γράφεις «εκεί» που για αυτόν είναι κάτι σημαντικό, ή μπορεί να σε φοβάται επειδή κάνει κάποια μαλακία. Είναι πιθανό και τα δύο μαζί, η ακόμη να σε μισεί, λόγω της εικόνας που έχει δώσει στο κόσμο η Ελληνική δημοσιογραφία.

          Είναι φυσικό, και μου έχει τύχει πολλές φορές. Αρκετές φορές έχω ακούσει «εσείς οι δημοσιογράφοι είστε κομπλεξικοί» ή «τα περιοδικά είναι για πέταμα, και κανένας δεν είναι σωστός δημοσιογράφος» ή «Οι δημοσιογράφοι είστε άθλιοι». Η αλήθεια είναι ότι πολλές φορές έχουν δίκιο. Πως να μην έχουν δίκιο, που αν ανοίξεις την τηλεόρασή σου, θα δεις δεκάδες κομπλεξικούς να μιλάνε για ηλίθια θέματα που αφορούν τη κυρά Κατίνα, που τη βλέπεις και σου γυρίζουν τα έντερα ανάποδα. Πως να μην έχουν απόλυτο δίκιο, όταν αρκετός κόσμος που αγοράζει περιοδικά βάζει το CD στο CD-Player και το περιοδικό στα σκουπίδια. Όταν για να αγοράσει κάποιο περιοδικό δεν κοιτάζει τα περιεχόμενα του τεύχους, αλλά τα περιεχόμενα του CD. Πως να μην έχουν δίκιο, όταν για να πουλήσουν προβάλουν το πόνο του κάθε κακομοίρη, και στήνουν ερωτοδικία για να καταφέρουν να έχουν μερικές τηλεοράσεις ανοικτές. Πως να μην έχουν δίκιο, όταν διαβάζεις μία συνέντευξη και δεν μαθαίνεις τίποτα.

          Πριν 4 χρόνια διάβαζα ένα βιβλίο του John Brady με τίτλο «Η τεχνική της συνέντευξης». Είναι από τα ελάχιστα βιβλία που έχω κάτσει να διαβάσει. Είχε αποσπάσματα από διάφορους σπουδαίους δημοσιογράφους, και έλεγε χαρακτηριστικά: «πριν πάρετε μία συνέντευξη από κάποιο πρόσωπο, η προεργασία που θα κάνετε θα πρέπει να είναι τουλάχιστον δεκαπλάσια από το χρόνο που προβλέπετε να διαρκέσει». Αν για παράδειγμα θέλετε να πάρετε μία συνέντευξη από κάποιον, και θα μιλάτε για 5 λεπτά, πρέπει να έχετε ψάξει στοιχεία για αυτόν τουλάχιστον για μία ώρα, και να έχετε βρει τόσο υλικό που να μπορείτε να κρατήσετε τη συζήτηση και για 15 λεπτά. Και έρχομαι εγώ τώρα να ρωτήσω, ποιος από τους δημοσιογράφους κάνει προεργασία τουλάχιστον ίση με το διπλό της ώρας που θα διαρκέσει; Ελάχιστοι, και το αποτέλεσμα είναι απλό: ρωτάνε τα ίδια πράματα, δεν μαθαίνει τίποτα παραπάνω από όσα θα έγραφε από μόνος του ο δημοσιογράφος -και πιθανότατα τα γνωρίζει και ο αναγνώστης- και η συνέντευξη διαρκεί πολλές φορές λιγότερο από το προβλεπόμενο χρόνο, αφού στη λίστα των ερωτήσεων υπάρχουν ερωτήσεις του στυλ: «Τι έχεις να μας πεις για το μέλλον σου;», «Τι άλλο;», «Άλλα νέα;», «Ποιο είναι το αγαπημένο σου χρώμα;».

          Στα δύο χρόνια κυκλοφορίας του περιοδικού μας, έχουμε προσπαθήσει να γράφονται άρθρα που να αξίζουν να διαβαστούν. Δεν είναι άρθρα γραμμένα από καταξιωμένους δημοσιογράφους, ή -συχνότερα- δεν είναι καν γραμμένα από δημοσιογράφους. Είναι όμως σίγουρα από άτομα που γουστάρουν να γράψουν για αυτό που γράφουν, και το γνωρίζουν αφού αποτελεί αντικείμενό τους ή έχουν ασχοληθεί με αυτό ιδιαίτερα.

          Γιατί όμως τελευταία όλος ο κόσμος θέλει να ασχοληθεί με τη δημοσιογραφία, και προσπαθεί με κάθε τρόπο και πολλές φορές χωρίς γνώσεις ή όρεξη να εισβάλει στο χώρο; Επειδή η κοινωνική απολαβή συχνά είναι θετική. Έχει πλάκα να πηγαίνεις σε ένα club και να περνάς τη πόρτα λέγοντας «Καλησπέρα Γιώργο» ή να χαιρετάς το Big Boss λέγοντας «Καλησπέρα σας, τι κάνουμε;» και να απαντά «Μια χαρά, τι θα σας κεράσουμε;». Έχει επίσης πλάκα να μπορείς να μιλήσεις με όποιον θέλεις με τη πρόφαση ή και την υλοποίηση μίας συνέντευξης. Εκεί όμως είναι που την πατάνε όλοι. Θέλουν απλά να πάρουν τη συνέντευξη. Δεν θέλουν να μάθουν, θέλουν απλά να μιλήσουν. Είναι τα λεγόμενα «ψώνια» και «κακοί δημοσιογράφοι». Θέλουν απλά να γνωρίσουν το Γιώργο στη πόρτα και το Boss, και όχι να γράψουν για το μαγαζί, και το κόσμο τους.

          Αν λοιπόν θέλετε να ασχοληθείτε με τη δημοσιογραφία, και το επάγγελμα αυτό σας ελκύει, κάντε το σωστά. Για το δικό σας καλό, και το καλό αυτού που σας ελκύει. Δεν είναι υποχρεωτικό να έχετε βγάλει σχολή δημοσιογραφίας για να θεωρείστε δημοσιογράφος. Όμως ούτε το αντίθετο ισχύει, ότι δηλαδή βγάζοντας μία σχολή είστε δημοσιογράφος. Δεν είναι λογιστική που είτε το θέλεις είτε όχι το ταμείο έχει 10.000 δρχ, και τόσα πρέπει να βγάλεις. Μπορείς και μόνος σου να ασχοληθείς με αυτό με την εξάσκηση, διαβάζοντας κάνα βιβλίο, ή ακόμη γράφοντας για πλάκα, για θέματα που σε ενδιαφέρουν. Σε αυτό το σημείο θέλουμε να βοηθήσουμε και εμείς. Κείμενα που έχετε γράψει μπορείτε να μας τα στείλετε να τα δημοσιεύσουμε εδώ, ή μπορείτε να επισκεφτείτε τη σελίδα βοήθειας για συγγραφή άρθρων, που αναφέρονται βασικά στοιχεία για τα πρώτα βήματα της συγγραφής ενός άρθρου. Ανά διαστήματα προστίθενται κείμενα σε αυτή τη περιοχή, με σκοπό όχι τη «διδασκαλία σας» γιατί κάτι τέτοιο θα ήταν άτοπο, αφού δεν είμαστε «δάσκαλοι». Μπορείτε όμως να δώσετε προσοχή σε ορισμένα θέματα, και να ξεκινήσετε έχοντας κάποια πράματα στο μυαλό σας. Φυσικά αν πιστεύετε ότι κάτι είναι λάθος, ή θέλετε να προσθέσετε κάτι, μας ενημερώνετε.

Επιλέξτε το επόμενο άρθρο
που θέλετε να διαβάσετε
Κυβερνοτέχνες
(c) Κυβερνογράφοι - All rights reserved